Καινοτομία, η λύση στον ανταγωνισμό
Καινοτομία, η λύση στον ανταγωνισμόΗ ημερίδα του Συνδέσμου Αποφοίτων Βρετανικών Πανεπιστημίων-BGS, πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 24 Μαΐου και είχε ως θέμα: «Επιχειρηματικότητα και καινοτομία». Στη διάρκεια της ομιλίας του, ο κ. Παπαδόπουλος τόνισε μεταξύ άλλων:
«Η επιχειρηματική καινοτομία είναι η μόνη απάντηση στον ανταγωνισμό των φθηνών παραγωγών χωρών. Η λύση δηλαδή στο πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας, όπως είναι η Ελλάδα, είναι η επιλογή κλάδων και εξειδικεύσεων σε τομείς όπου η γνώση και η τεχνολογία ξεπερνούν το μειονέκτημα του κόστους εργασίας. Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες στον κόσμο στην παραγωγή επιστημονικού δυναμικού με εξαιρετικές ατομικές ικανότητες και γνώσεις, γεγονός που μπορεί να συμβάλει ώστε να γίνει η χώρα πρωτοπόρος σε εξειδικευμένες αγορές.
Σήμερα, μιλάμε αόριστα και γενικά για τουρισμό, για πράσινη ενέργεια και για αγροτική βιομηχανία, αγορές στις οποίες, πράγματι, θα μπορούσαμε να είμαστε πρωτοπόροι. Χρειάζονται όμως ολοκληρωμένες μακροπρόθεσμες, στοχευμένες πολιτικές και χρήση επενδυτικών εργαλείων. Χρειάζεται στοχευμένη διοχέτευση κεφαλαίων μέσω δημιουργίας επενδυτικών κεφαλαίων, δημιουργώντας παράλληλα clusters στην έρευνα και την ανάπτυξη καινοτομίας στα ελληνικά πανεπιστήμια και πολυτεχνεία, προκειμένου να παραχθούν καινοτόμα υλικά και προϊόντα π.χ. για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το παράδειγμα της Δανίας στην εν λόγω αγορά είναι εντυπωσιακό και άκρως διδακτικό. Με τη χρήση δε εργαλείων, όπως το venture capital, και στοχευμένες πολιτικές σε συγκεκριμένες αγορές ευκαιρίας, το Ισραήλ μέσα σε 18 χρόνια (από το 1992) έφτασε σήμερα να είναι η δεύτερη χώρα στον κόσμο σε παραγωγή τεχνολογίας μετά τις ΗΠΑ.
Η πολιτεία από την πλευρά της θα πρέπει να δρομολογήσει ουσιαστικές και άμεσες παρεμβάσεις σε δύο τομείς. Πρώτον, στο σύστημα παραγωγής γνώσης και έρευνας. Αυτό προϋποθέτει τη συνεργασία της πανεπιστημιακής και ερευνητικής κοινότητας και σημαίνει αλλαγή φιλοσοφίας σε ότι αφορά τον αριθμό και τον τρόπο χρηματοδότησης των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων, εφαρμογή πολιτικών διασύνδεσης με τη βιομηχανία και τις επιχειρήσεις, καθορισμός πεδίων ερευνητικών δραστηριοτήτων με αυξημένη βαρύτητα (π.χ. ΑΠΕ, βιοτεχνολογία κλπ.) με συγκεκριμένα ποσοτικά κίνητρα. Και φυσικά, ύπαρξη σταθερών και ξεκάθαρων μηχανισμών αξιολόγησης των αποτελεσμάτων κάθε ερευνητικού φορέα, που θα κινητροδοτούν με αυξημένη χρηματοδότηση αυτούς που επιτυγχάνουν τα καλύτερα μετρήσιμα-ποσοτικά αποτελέσματα. Από την άλλη είναι αναγκαία η ενθάρρυνση επιχειρήσεων και κεφαλαίων, με την κινητροδότησή τους, για διοχέτευση πόρων και κεφαλαίων στην κατεύθυνση της χρηματοδότησης εφαρμοσμένης έρευνας, πρωτότυπων προϊόντων αλλά και μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Δεν ανακαλύπτουμε τον τροχό, απλά εφαρμόζουμε πολιτικές που εφαρμόζονται χρόνια τώρα σε ολόκληρη την Ευρώπη».